Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2020

Η λάμψη της λόγχης!

Στις 5 τα ξημερώματα της 28 Οκτωβρίου 1940, λίγο πριν αρχίσει να φωτίζει και πριν εκπνεύσει το τελεσίγραφό τους, οι Ιταλοί εκδήλωσαν την πρώτη επίθεσή τους κατά των ελληνικών φυλακίων προκαλύψεως της ελληνοαλβανικής μεθορίου στον τομέα Πίνδου, με υποστήριξη πυροβολικού κι όλμων. Μισή ώρα αργότερα, εισέβαλαν και στην Ήπειρο. 

Δεν αιφνιδίασαν κανέναν. Ήταν αναμενόμενο και αναπόφευκτο. Τι έγινε όμως στην Πίνδο, όπου οι Ιταλοί χρησιμοποίησαν επίλεκτες δυνάμεις τους;

Η επίλεκτη 3η Μεραρχία αλπινιστών Γιούλια (Julia) με 2 διοικήσεις συντάγματος ( 6 τάγματα πεζικού), 2 μοίρες ορεινού πυροβολικού (6 πυροβολαρχίες), μια ίλη ιππικού και ένα λόχο Αλβανών, είχε συνολική δύναμη περίπου 10.800 ανδρών. Αυτή ήταν η πρώτη που προχώρησε μέσα στο ελληνικό έδαφος και προσπάθησε να διεισδύσει μέσα από τις βαθιές γραμμές του ορεινού εδάφους, κατανέμοντας τις δυνάμεις της σε 5 φάλαγγες επιπέδου τάγματος ενώ χρησιμοποίησε μια διλοχία την οποία «έσπασε» σε 4 ακόμη μικρότερες φάλαγγες διείσδυσης, για να καλύπτει το αριστερό πλευρό της.

Η Μεραρχία αυτή, βρισκόταν στην Αλβανία από τον Απρίλιο του 1939. Ήταν απόλυτη ενήμερη για την μορφολογία του εδάφους και τις καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν στην περιοχή και είχε την την κατάλληλη οργάνωση, σύνθεση, εξοπλισμό και εκπαίδευση.

Η αποστολή της ήταν να φτάσει όσο πιο γρήγορα μπορούσε στο Μέτσοβο, ώστε να αποκόψει της δυνάμεις της ελληνικής 8ης (VIII) μεραρχίας και γενικά την Ήπειρο, από την δυτική Μακεδονία.

Σχεδιάγραμμα επιχειρήσεων για τη Μάχη της Πίνδου από αρχείο ΓΕΣ/ΔΙΣ. Οι παραστάσεις επεξηγούνται στο υπόμνημα. Οι ημερομηνίες των γεγονότων κατά περιοχή αναγράφονται δίπλα από την αντίστοιχη συνθηματική παράσταση. Φαίνονται καθαρά οι κατευθύνσεις επιθέσεως των  φαλάγγων που συγκρότησε η μεραρχία Γιούλια για να διεισδύσει στο ελληνικό έδαφος, όπως και η αμυντική διάταξη και οι ενέργειες του αποσπάσματος Πίνδου. (σχ. 1)







Τρεις ήταν οι κύριες κατευθύνσεις επιθέσεως των Ιταλών:

- Αετομηλίτσα – Επταχώρι
- Πυρσόγιανη – Κεράσοβο
- Γκόλιο - Κόνιτσα

Απέναντι σ’ αυτή την επίλεκτη μεραρχία, στον τομέα της Πίνδου, βρισκόταν ένα απόσπασμα (επιπέδου Συντάγματος), υπαγόμενο στο Τμήμα Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας (ΤΣΔΜ), με έδρα του στρατηγείου στην Κοζάνη. 

Το απόσπασμα αυτό, με διοικητή τον συνταγματάρχη Δαβάκη, είχε δύναμη περίπου 2.000 ανδρών και περιλάμβανε 2 τάγματα του 51 Συντάγματος πεζικού, μια ορειβατική πυροβολαρχία των 75 χιλ., ένα ουλαμό ορειβατικού πυροβολικού συνοδείας των 65 χιλ., δύο όλμους και ένα ουλαμό ιππικού. Επιπλέον διέθετε μια διμοιρία διαβιβάσεων και ένα λόχο ημιονηγών.

Το 51 Σύνταγμα, ήταν επιστρατεύομενο. Τα δύο πρώτα τάγματα είχαν επιστρατευθεί στις 26 Αυγούστου στα Τρίκαλα και είχαν προωθηθεί στο Επταχώρι, στο διάστημα από 1 έως 10 Σεπτεμβρίου. Το τρίτο επιστρατεύθηκε στις 15 Οκτωβρίου και το πρωί της 28 Οκτωβρίου 1940, έφτασε στην έδρα του αποσπάσματος στο Επταχώρι.

Η ζώνη ευθύνης του, εκτεινόταν από τον Σμόλικα μέχρι το βόρειο Γράμμο με ανάπτυγμα σε ευθεία γραμμή, περίπου 35 χιλιόμετρα.

Η αποστολή του αποσπάσματος, που είχε αναπτυχθεί σε ιδιαίτερα δύσβατο και ορεινό έδαφος, ήταν να διατηρήσει τον σύνδεσμο μεταξύ του ΤΣΔΜ (ΙΧ μεραρχία) δεξιά και της VIII μεραρχίας Ηπείρου αριστερά, να εξασφαλίζει τα πλευρά και των δύο και να απαγορεύει στον εχθρό τις διαβάσεις Πίνδου.

Αυτό θα το έκανε, διατηρώντας όσο μπορούσε την αρχική γραμμή αμύνης της μεθορίου και στη συνέχεια, ανάλογα με την τακτική κατάσταση και την πίεση, θα επιβράδυνε τον αντίπαλο, καταλαμβάνοντας προσχεδιασμένες τοποθεσίες αμύνης προς τα οπίσω, μέχρις ότου οι δυνάμεις ενισχύσεως να καταφθάσουν για να αναχαιτίσουν την εχθρική επίθεση.

Οι αμυντικές τοποθεσίες του αποσπάσματος από εμπρός προς τα πίσω (δείτε το σχεδιάγραμμα 1) ήταν:

- Υψ. Καταφύκι - Υψ. Κιάφα – Σταυρός – Οξυά – Μόλιστα - Τσομπάνι (Κύρια τοποθεσία αμύνης)
- Κόζακας – Επάνω  Αρένα – Σιουμουλάζαρη – Γύφτισσα (2η τοποθεσία)
- Μυρόβλητος – Κάτω Αρένα – Ταμπούρι – Σμόλικας (3η τοποθεσία)

Το απόσπασμα, είχε κατανείμει τις δυνάμεις του σε 3 υποτομείς:

Σχεδιάγραμμα επιχειρήσεων  του 1ου (δεξιού)  και 2ου (κεντρικού)υποτομέα του αποσπάσματος Πίνδου. Ο δεξιός υποτομέας, άντεξε την εχθρική επίθεση. Οι ημερομηνίες των γεγονότων κατά περιοχή αναγράφονται δίπλα από την αντίστοιχη συνθηματική παράσταση. (σχ. 2)



Στον πρώτο υποτομέα με έδρα το Παλαιοχώρι, είχε 2 λόχους, 2 διμοιρίες πολυβόλων και 2 πυροβόλα στη γραμμή Αγ. Ζαχαρίας - Φαρμάκι.

Στον δεύτερο υποτομέα με έδρα το χωριό Οξυά, είχε τρεις λόχους και 4 διμοιρίες πολυβόλων στη γραμμή Κιάφα – Σταυρός – Πυρσόγιαννη, με προωθημένα φυλάκια μέχρι την μεθόριο, μια πυροβολαρχία των 75 χιλ. νότια από το χωριό Θεοτόκος και τον ουλαμό Ιππικού στο χωριό Στράτσανη. 

Ο τρίτος υποτομέας με έδρα το χωριό Κάντζικο περιλάμβανε 2 λόχους και 2 διμοιρίες πολυβόλων στην Καστάνιαννη και στη Μόλιστα και ένα λόχο στο ύψωμα Τσομπάνι, που συνδεόταν με το τάγμα Κονίτσης της 8ης (VIII) μεραρχίας. 

Η εφεδρεία του αποσπάσματος, ένας λόχος, βρισκόταν στη Ζέρμα και είχε διαθέσει από μια διμοιρία στην Αετομηλίτσα και στην Οξυά. Όταν έφτασε και το τρίτο τάγμα το πρωί της 28ης Οκτωβρίου στο Επταχώρι, διετάχθη να στείλει ένα λόχο στον Πρίασπο και ένα στον Προφ. Ηλία Επταχωρίου.

Χάρις στην έντονη δραστηριότητα του διοικητού του αποσπάσματος Σχη Δαβάκη, οργανώθηκε δύο μήνες πριν από την επίθεση, η εξόχως ορεινή πρώτη αμυντική τοποθεσία με εντατική εργασία τόσο των στρατιωτών, όσο και των χωρικών της περιοχής χωρίς να εξαιρούνται οι γυναίκες και τα παιδιά. Ανοίχθηκαν δρομολόγια επικοινωνίας και κατασκευάσθηκαν γεφύρια.

Το μεγάλο εμπόδιο λοιπόν των Ιταλών αλπινιστών στην επίτευξη του στόχου τους, ήταν το απόσπασμα Δαβάκη. Γι αυτό δέχτηκε ισχυρή επίθεση, ειδικά στο κέντρο της αμυντικής τοποθεσίας του 2ου υποτομέα του.

Εκεί δέχθηκαν την επίθεση δύο ιταλικών ταγμάτων, υποστηριζομένων από τα πυρά δύο πυροβολαρχιών. Η άμυνα των ελληνικών τμημάτων κράτησε μέχρι το απόγευμα. Στις έξι (18.00) ώρα, συμπτύχθηκαν στη γραμμή Μούκα – Σιουμουλάζαρη, ενώ λίγο βορειότερα μια διμοιρία ανέβηκε στην κορυφή της Κιάφας, αντιμετωπίζοντας όχι μόνο τον εχθρό, αλλά και το ισχυρό κρύο. Αυτή τη διμοιρία τελικά την ανέλαβε υπό διοίκηση ο πρώτος υποτομέας, ο οποίος αντιμετώπισε με επιτυχία την ιταλική διλοχία που τους επιτέθηκε χωρίς υποστήριξη πυροβολικού και έτσι κράτησε τις θέσεις του.

Σχεδιάγραμμα επιχειρήσεων 3ου (αριστερού ή νότιου) υποτομέα του αποσπάσματος Πίνδου. (σχ. 3)

Νοτιότερα στον τρίτο υποτομέα, επιτέθηκε ένα ολόκληρο (το 9ο) σύνταγμα αλπινιστών. Το δεξιό του τομέα έκανε σύμπτυξη προς Ταμπούρι, χωρίς να μπορέσει να κρατήσει τη γραμμή Γύφτισσα – Λειβάδια, όπως ήταν η εντολή του αποσπάσματος, λόγω της ισχυρής πίεσης και της ορμής της ιταλικής επίθεσης. Ο λόχος Μολίστης κράτησε, αποκρούοντας τις επιθέσεις των Ιταλών. 

Έτσι πέρασε η ημέρα της 28ης Οκτωβρίου 1940 στον τομέα της Πίνδου, με τους Ιταλούς αλπινιστές να έχουν διεισδύσει και τους Έλληνες να «αμύνονται του πατρίου εδάφους».

Στις 29 Οκτωβρίου 1940, η ιταλική επίθεση συνεχίστηκε με ιδιαίτερη σφοδρότητα κατά του κεντρικού και νότιου υποτομέα. Οι Ιταλοί χρησιμοποιώντας την τακτική διεισδύσεως μέσα από βαθιές γραμμές του εδάφους, παρέκαμπταν ελληνικές αμυντικές τοποθεσίες κάνοντας υπερκέραση και προσπαθώντας να διεισδύσουν όσο μπορούσαν πιο βαθιά στο ελληνικό έδαφος. Έτσι ανάγκαζαν τα ελληνικά τμήματα που κινδύνευαν ν' αποκοπούν, να συμπτύσσονται προς τα οπίσω. Το βράδυ της 29 Οκτωβρίου, το απόσπασμα Πίνδου, κατείχε σταθερά τα υψώματα Κιάφα και Σκάλα στα δεξιά του, ενώ στο κέντρο και νότια, επί της γραμμής Επάνω Αρένα - Μούκα - Πάτωμα - Σιουμουλάζαρη - Ταμπούρι -  Μόλιστα, η κατάσταση ήταν συγκεχυμένη.

Στις 30 Οκτωβρίου, οι Ιταλοί, βλέποντας ευόδωση του στόχου τους στον κεντρικό και νότιο τομέα, συνέχισαν  με πίεση και πείσμα την επίθεσή τους. Τα ελληνικά τμήματα κατέβαλαν μεγάλη προσπάθεια να συγκρατήσουν την εχθρική επιθετική ορμή, για όσο περισσότερο χρόνο μπορούσαν. Ο διοικητής του αποσπάσματος, έχοντας προσωπική αντίληψη της άσχημης κατάστασης στην οποία είχαν περιέλθει οι δυνάμεις του μετά από διήμερο σκληρό και άνισο αγώνα, αποφάσισε την σύμπτυξή τους πίσω από την γραμμή Σαμαρίνα - Κούτσουρο - Τσούκα, η οποία στο μεταξύ είχε επανδρωθεί από ενισχύσεις που είχαν διατεθεί στον τομέα της Πίνδου. Το απόσπασμα Πίνδου, που για τρεις συνεχείς ημέρες δέχθηκε την επίθεση μιας ολόκληρης επίλεκτης μεραρχίας Ιταλών αλπινιστών, έκανε ό,τι ήταν ανθρωπίνως δυνατόν. Η περαιτέρω εξέλιξη της κατάστασης, περιερχόταν πλέον στα χέρια των ανωτέρων κλιμακίων. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας έφθασε στο Επταχώριο ο διοικητής της Ι Μεραρχίας υποστράτηγος Βραχνός με το επιτελείο του, ο οποίος κατόπιν  διαταγής του ΤΣΔΜ, ανέλαβε τον τομέα Πίνδου.

Ο αγώνας συνεχίσθηκε με ένταση τις επόμενες ημέρες, με αντίξοες καιρικές συνθήκες. Βροχή, κρύο και χιονοπτώσεις στα ψηλά. Μπορείτε να διαβάσετε ΕΔΩ πώς εξελίχθηκε. Θα πρέπει όμως να αναφερθούν χαρακτηριστικά συμβάντα ηρωισμού στο πεδίο της μάχης.

Στις 1 Νοεμβρίου 1940, πριν να ξημερώσει, άρχισε η ελληνική αντεπίθεση. Η πρώτη ενέργεια έγινε προς το χωριό Λυκοράχη, που το είχαν καταλάβει οι Ιταλοί. Οι Έλληνες κύκλωσαν το χωριό το βράδυ και επιτέθηκαν με τέτοια σφοδρότητα, που μέχρι το απόγευμα το είχαν ανακαταλάβει  και είχαν συλλάβει 156 αιχμαλώτους. Στη μάχη τραυματίσθηκε και ο Έλληνας διοικητής του τμήματος. αντισυνταγματάρχης Μυσίρης Αρκετοί Ιταλοί διέρρευσαν μέσα από την χαράδρα Λυκοράχη - Σαραντάπορος. Οι Έλληνες ανακατέλαβαν τα υψώματα  Άνω Αρένα και Σιουμουλάζαρη.

Πιο νότια, μια ελληνική διλοχία με επικεφαλής τον ταγματάρχη Καραβία (ο οποίος αρχικά είχε διατεθεί σαν αξιωματικός σύνδεσμος του ΤΣΔΜ), επιτέθηκε κατά της Τσούκας και την κατέλαβε. Ανετράπη όμως,  από την σφοδρή αντεπίθεση των Ιταλών. Εκεί φονεύθηκε και ο πρώτος Έλληνας αξιωματικός, υπολοχαγός Διάκος, ο οποίος ήταν διοικητής λόχου και είχε τεθεί επικεφαλής των ανδρών του κατά την επίθεση.

Στις 2 Νοεμβρίου 1940 στον νότιο τομέα, προετοιμαζόταν η ελληνική αντεπίθεση για κατάληψη των υψωμάτων Φούρκα και Ταμπούρι, με υποστήριξη πυροβολικού. Η αποστολή εδόθη στη διλοχία Καραβία. Ο συνταγματάρχης Δαβάκης, ο οποίος είχε αναλάβει τα καθήκοντα του επιτελάρχου της Ιης Μεραρχίας, βρισκόταν στο ύψωμα Προφ. Ηλίας  και έδινε οδηγίες προς τους διοικητές των τμημάτων επιθέσεως. Εκείνη την στιγμή παρατηρήθηκε συγκέντρωση ιταλικών τμημάτων στους πρόποδες του υψώματος και έγινε αντιληπτό ότι ετοιμάζονταν για επίθεση κατά του υψώματος. Ο συνταγματάρχης έτρεξε προς τα εκεί για προσωπική αναγνώριση και ενώ έδινε διαταγή, τραυματίσθηκε βαριά στο στήθος.

Ο ταγματάρχης Καραβίας, μόλις έμαθε τον τραυματισμό του συνταγματάρχη, έσπευσε στο ύψωμα, αντελήφθη τον εχθρό στα 600 μέτρα και αποφάσισε αμέσως να επιτεθεί. Συγκέντρωσε τη διλοχία του πίσω από την κορυφή του υψώματος, διέταξε όλους να θέσουν "εφ' όπλου λόγχη" και μετά από σύντομη πατριωτική προσφώνηση, παρέσυρε τους άνδρες του προς τα εμπρός σε έφοδο προς τον εχθρό, ενώ οι Ιταλοί πλησίαζαν την κορυφή.  Οι Ιταλοί μόλις αντίκρισαν την έφοδο των Ελλήνων με τις λόγχες να λάμπουν στο φως,  σταμάτησαν και ετράπησαν σε φυγή. Πολλοί πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Μέχρι το βράδυ οι Έλληνες κατέλαβαν τη Φούρκα και συνέλαβαν 170 αιχμαλώτους μεταξύ των οποίων 7 αξιωματικούς και κυρίευσαν 300 ημιόνους, 3 πυροβόλα και πλήθος άλλων υλικών.

Ίσως η ιταλική επιλογή του δύσκολου και απότομου εδάφους χωρίς καλές προσβάσεις για επιθετική ενέργεια να «προβλημάτισε» αρχικά τους Έλληνες επιτελείς και διοικητές, που δεν είχαν άμεση αντίληψη της τακτικής διεισδύσεως μέσω «βαθέων γραμμών» του εδάφους των Ιταλών αλπινιστών.

Αλλά εκεί, οι Ιταλοί αλπινιστές έκαναν το μοιραίο λάθος. Άφησαν τα πλευρά τους εκτεθειμένα! H μεραρχία "Γιούλια" αν και πολέμησε σκληρά, αποδεκατίστηκε.

Τίποτα όμως δεν ήταν τυχαίο!

Η έγκαιρη επιστράτευση του συντάγματος των Τρικάλων, η εντατική εκπαίδευση που ακολούθησε, η γνώση χειρισμού του υλικού, οι λεπτομερείς αναγνωρίσεις εδάφους, η σχεδίαση της άμυνας και το ηθικό των ανδρών, ήταν οι καταλυτικοί παράγοντες της επιτυχίας, χωρίς να εξαιρούνται η χρηστή διοίκηση και η ικανότητα ηγεσίας των στελεχών. Τα κακοτράχαλα βουνά ήθελαν άνδρες σκληραγωγημένους και μαθημένους στις κακουχίες. Τότε οι περισσότεροι νέοι, όντας αγρότες, ειδικά από την περιοχή Τρικάλων τα κατάφεραν.

Σήμερα, τα πράγματα δεν είναι έτσι. Θέλει πολλή δουλειά και σκληρή εκπαίδευση, όχι μόνο για τον ενεργό στρατό, αλλά και για τους εφέδρους. Πρέπει πάντα και πρακτικά να διατηρείται η εφεδρεία σε ετοιμότητα και σε μαχητική ικανότητα. Ποτέ κανείς δεν ξέρει...

Ανιχνευτής

Πηγή

ΓΕΣ/ΔΙΣ "Επίτομη Ιστορία του Ελληνο-ιταλικού και Ελληνογερμανικού πολέμου" 1985
Α.Δ. Κόκκορη "Στρατιωτική Ιστορία" 1973


Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Γράψτε το σχόλιό σας, στα πλαίσια της ευγένειας και της ευπρέπειας.