"...Δύο ώρες πριν από τον καθορισμένο χρόνο της εξόδου, όλοι οι άνδρες της περιπόλου βρίσκονται στο πόδι. Λευκές στολές για καμουφλάζ, δεμένες με σκοινιά οι περισκελίδες για να μην ακούγεται το σούρσιμό τους στην πορεία, κάλυψη με λινάτσες των μερών του οπλισμού που είναι δυνατόν να γυαλίσουν στο σκοτάδι... και μετά ... ο συνηθισμένος "χορός" των ανδρών, με μεγάλους σάλτους, για να εξακριβωθεί εάν κάτι απ' αυτά που φέρουν, είναι δυνατόν να προκαλέσει θόρυβο κατά την κίνηση.
Ύστερα απ' αυτό, η συνηθισμένη έρευνα στις τσέπες μήπως κάποιος ξέχασε μαζί του γράμματα ή άλλα αντικείμενα. Στην περίπτωση θανάτου ή αιχμαλωσίας ο εχθρός δεν θα πρέπει να βρει κανένα ίχνος πληροφορίας. Τέλος καθορίσθηκαν τα συνθηματικά. Ένα ξύσιμο στην εξάρτηση σημαίνει προχωρούμε, δύο σταματάμε κ.ο.κ.
Όλα αυτά τα σχολαστικά μέτρα, που αφορούν στην πρόληψη θορύβου, παίρνονται γιατί την νύχτα ο παραμικρός θόρυβος είναι εξαιρετικά επικίνδυνος. Απ' αυτόν κυρίως μπορεί να προδοθεί κανείς. Κατά την διάρκεια της νύχτας, οι αντίπαλοι χρησιμοποιούν περισσότερο τη ακοή και λιγότερο την όρασή τους.
Η ώρα πέρασε. Ήλθε το σκοτάδι να καλύψει προστατευτικά την κίνησή μας. Τώρα βαδίζουμε για το σημείο εξόδου και ανταλλάσσουμε σκέψεις με χαμηλές φωνές, ενώ δίνονται οι τελευταίες εξηγήσεις σε κάθε απορία που διατυπώνεται.
Έτσι φθάνουμε στην προωθημένη διμοιρία και ακολουθούμε το χαράκωμα σκυφτοί για να φθάσουμε στην προωθημένη ομάδα. Είναι το τελευταίο δικό μας τμήμα. Από και πέρα το έδαφος είναι ύποπτο. Ξαπλωμένοι με την κοιλιά πάνω στον πάγο, πήραμε ο καθένας την θέση του. Για αρκετή ώρα παραμείναμε έτσι, ενώ αφουγκραζόμαστε, παρατηρούσαμε και προσπαθούσαμε να προσαρμοσθούμε στο περιβάλλον. Όταν πια κατοπιστήκαμε αρκετά ακούστηκε το σύνθημα: Ένα ξύσιμο στη ζωστήρα που μόλις ακούστηκε.
Σιγά-σιγά οι σιλουέτες σηκώνονται και αρχίζουν τα βήματα. Μετρημένα ένα-ένα. Το πόδι πάει πρώτα ψηλά και πριν ακουμπήσει στον πάγο, διαγράφει ψαχουλευτά κύκλους πάνω απ' το έδαφος που πρόκειται να πατήσει. Κάποια παγίδα με σύρμα, κάποιος επικρουστήρας νάρκης, μπορεί να είναι εκεί κοντά σου. Αν τα πατήσεις θα γίνεις μονομιάς κομμάτια. Και το ένα πόδι πατά για να σηκωθεί το άλλο με τον ίδιο τρόπο, να ερευνήσει με τη σειρά του και έτσι να πραγματοποιηθεί τελικά ο διασκελισμός που θα σε φέρει μπροστά.
Η περίπολος προχωρεί, σταματά, αφουγκράζεται προσπαθεί να διακρίνει, ερμηνεύει θορύβους, βεβαιώνεται και πραγματοποιεί άλματα. Με αυτό τον τρόπο βαδίζουμε προς το στόχο μας. Ο παραμικρός θόρυβος σε βάζει σε υποψία, η ελάχιστη σκιά σε σταματά. Ακούς ξερόκλαδο που τρίζει από το βάρος του πάγου, βλέπεις μια κινούμενη σκιά που προέρχεται από την αντανάκλαση μιας παγωμένης ριπής από κόκκους πάγου, που μεταφέρει ο αέρας, κι ανησυχείς, ταράζεσαι. Σκέπτεσαι, πώς πάει η αποστολή, θα αποτύχει και θα γυρίσεις ενδεχομένως με νεκρούς και τραυματίες, αν κάποιος χάσει την ψυχραιμία του και πυροβολήσει αδικαιολόγητα, προδίνοντας τη θέση μας.
Και όσο περνάει η ώρα, τόσο το περιβάλλον γίνεται πιο γνωστό, μια και αποκαλύπτεις ένα-ένα τα μυστικά των ήχων και των σκιών που σε τάραζαν στην αρχή. Όλο και πιο εύκολα γίνεται τώρα η προχώρηση, πιο μεγάλα τα άλματα, η κίνηση πιο γρήγορη. Παρακολουθώ την τήρηση του σχηματισμού και βεβαιώνομαι ότι όλοι ακολουθούν.
Σε μια στιγμή παρατηρώ ότι ένας από αυτούς που βαδίζουν στο αριστερό, μένει πίσω. Η περίπολος σταματά. Οι άνδρες, παίρνουν θέσεις προς όλες τις κατευθύνσεις, ξαπλωμένοι στον πάγο. Γνέφω του λοχία. Θέλω να καταλάβει ότι πρέπει να συρθεί ως την θέση που βρίσκεται ο αποκομμένος άνδρας για να δει τι συμβαίνει.
Φεύγει ο λοχίας έρποντας και γυρίζει σε λίγο για να αναφέρει ότι ο στρατιώτης είναι αδύνατον να μετακινηθεί. Είναι μπλεγμένος σε σύρμα παγιδεύσεως και υπάρχει φόβος στην παραμικρή κίνησή του να προκαλέσει έκρηξη νάρκης και τον διαμελισμό του. "Άλλο πάλι και τούτο!", σκέφτομαι.
Ειδοποιώ τον σκαπανέα, που έχει ειδικότητα στις νάρκες να έρθει κοντά μου. Περιμένοντας ψάχνω γύρω μου και αισθάνομαι στα χέρια μου ένα λεπτό νημάτιο. Είναι το γνωστό σύρμα παγιδεύσεως, κομμένο όμως. "Πέσαμε σε καταστραμμένο ναρκοπέδιο" συλλογιέμαι. Βλέπω τον σκαπανέα να με πλησιάζει και του εξηγώ ψιθυριστά την κατάσταση. Τον στέλνω να βοηθήσει τον συνάδελφό του. Είχαμε ήδη αρκετά καθυστερήσει. Η περίπολος συνέχισε την πορεία της.
Η κίνηση τελείωσε. Τώρα πιάνουμε θέσεις, στήνουμε την ενέδρα και περιμένουμε τον εχθρό. Πρέπει να μείνουμε ξαπλωμένοι, αμίλητοι και ακίνητοι πάνω στο παχύ στρώμα του πάγου μέχρι το πρωί. Η ώρα περνάει πολύ αργά. Η ακινησία και η παγωνιά μας περονιάζουν μέχρι τα κόκαλα. Τα πόδια μας γίνονται κολώνες, κομμάτια πάγου. Μουδιάζουν και πονούν σαν κάποιος να χώνει σφήνες στα κόκαλά μας.
Είναι ένας πόνος φοβερός, που χρειάζεται μεγάλο θάρρος να τον αντιμετωπίσεις, χωρίς να σου ξεφύγουν βογγητά, χωρίς να προδώσεις το μαρτύριό σου. Βλέπω κάποιον δίπλα μου να δαγκώνει την χλαίνη του με σπασμούς αγωνίας, χωρίς να μπορεί να τον βοηθήσει κανείς, χωρίς να επιτρέπεται να πει ούτε μια λέξη. Είναι το σιωπηλό μαρτύριο που νοιώθουμε όλοι μας και από δω και πέρα θα γίνει συνώνυμο κάθε εξόδου μας για παρόμοια αποστολή στο νεκρό παγωμένο έδαφος της Κορέας.
Ο ασυρματιστής πεσμένος δίπλα μου βρίσκεται σε διαρκή επαφή με τη διοίκηση του λόχου και αναφέρει κάθε λίγο, με την χρήση του διακόπτη, χωρίς να μιλάει. Κάποια στιγμή ακούγονται θόρυβοι από κλαδιά που σπάζουν και πατήματα, που πλησιάζουν τις θέσεις μας.
Οι καρδιές μας κτυπάνε δυνατά, τα μάτια στυλώνονται πετρωμένα στην κατεύθυνση εκείνη. Τα όπλα τεντώνουν μπροστά τις κάννες τους, κρατάμε την αναπνοή μας ακόμα. Είναι βέβαιο ότι κάποιοι έρχονται κατ' ευθείαν απάνω μας, χωρίς να πολυσκοτίζονται για τη σιγή ασφαλείας. Σε λίγο ξεχωρίζουμε, καθαρά πια, τις σιλουέτες που πλησιάζουν.
Οι άνδρες περιμένουν την διαταγή ν' ανοίξουν πυρ. Ξέρουν ότι αν δεν κάνει την αρχή ο αξιωματικός τους, δεν έχουν δικαίωμα να πυροβολήσουν. Περιμένω να πλησιάσουν οι σιλουέτες, να δώσουν ασφαλή στόχο στα όπλα μας, να τις "γαζώσουμε" χωρίς να ξεφύγει καμιά τους. Και η ομάδα του ...εχθρού πλησιάζει τώρα αργά-αργά, με προφύλαξη, ενώ ακούγεται το γρύλλισμα κάποιου αγριμιού που διακόπτει την ησυχία.
Όσο ελαττωνόταν η απόσταση, άρχιζα να βλέπω καλύτερα. Προσέχω καλά, τρίβω τα μάτια μου, μήπως γελιέμαι. Δεν αργώ να διαπιστώσω πως, αυτά που βλέπω, δεν είναι άνθρωποι, αλλά ένα κοπάδι αγρίμια που "κύριος οίδε", πώς ξέπεσε στη νεκρή ζώνη. Ήταν αρκούδες! ..."Βρε... μπράβο μας", σκέπτομαι. "Ούτε αρκούδες δεν μπόρεσαν από τόσο κοντά να μας αντιληφθούν. Τι πονηρό ζώο είναι ο άνθρωπος!"
Οι αρκούδες αφού πλησίασαν αρκετά, φαίνεται ότι μας μυρίστηκαν στο τέλος, γιατί άλλαξαν αμέσως πορεία. Τις κατάπιε το σκοτεινό παγωμένο δάσος....
Κάποια στιγμή όμως ξαφνιαζόμαστε από το κουδούνισμα που φαίνεται να προέρχεται από κονσερβοκούτι. Ήμουν αποφασισμένος να παραμείνω εκεί δα, μέχρι να ξημερώσει. Θα μπορούσε να ήταν πάλι κάποιο ζώο...
Σε μια στιγμή ο λοχίας βοηθός μου απλώνει το χέρι και με σπρώχνει ελαφρά. Προσέχω εμπρός και στη αρχή αμυδρά, ύστερα καθαρότερα, διακρίνω σιλουέτες μιας περιπόλου, που ερχόταν κατ' ευθεία επάνω μας. Σπρώχνουμε ο ένας το πόδι του άλλου, για να ειδοποιήσουμε όλους να έχουν το νου τους μπροστά. Δεν επρόκειτο για αρκούδες. Ήταν Κινέζοι. Οι σιλουέτες τους προχωρούσαν κατ' επάνω μας, με όλα τα μέτρα ασφαλείας, σε σχηματισμό περιπόλου.
Χωρίς το θόρυβο αυτό, αμφιβάλλω αν θα τους παρατηρούσαμε, ακόμα και αν στέκονταν όρθιοι. Φαίνεται ότι μετά το θόρυβο οι Κινέζοι είχαν σταματήσει αρκετή ώρα μήπως παρατηρήσουν καμιά αντίδραση και τώρα αποφάσισαν να κινηθούν.
Τη στιγμή που άρχισα να σκέπτομαι ότι ήλθε η ώρα να πατήσω τη σκανδάλη της αυτόματης καραμπίνας μου, ο στόχος εξαφανίστηκε. Η εχθρική περίπολος τελείωσε το άλμα της, ξάπλωσε και τώρα στήνει αυτί και παρατηρεί.
Οι στιγμές φαίνονται αιώνες. Η ανάσα μας κομμένη, τα μάτια στυλωμένα ίσια μπροστά. Με κυριεύει η αγωνία μήπως χάσει κανείς την ψυχραιμία του και πυροβολήσει πρόωρα. Κάποτε οι σιλουέτες ξαναδιαγράφονται κι αρχίζουν να προχωρούν. Η απόσταση μεταξύ τους ελαττώνεται. Μόνο που δεν προχωρούν πια καταπάνω μας. Κατευθύνονται λοξά, και κάπως αριστερά μας.
Δεν βρίσκονται ούτε δέκα μέτρα μακριά όταν αδειάζω τον γεμιστήρα της καραμπίνας επάνω τους σε θερισμό, ενώ οι άνδρες μου τους γαζώνουν με διασταυρούμενα πυρά. Μέσα στο πανδαιμόνιο των πυροβολισμών ακούγονται κραυγές και τα κορμιά μ' ένα ξαφνικό σπασμό θανάτου πέφτουν με γδούπο στο σκληρό στρώμα του πάγου.
Αυτό είναι όλο. Η Κινεζική περίπολος εξοντώθηκε.."
Είναι ένα απόσπασμα από το βιβλίο "Κορέα. Αποστολή 13η" του Γ. Δ. Βακαλόπουλου που εκδόθηκε το 1974 και περιήλθε στα χέρια μου. Είναι οι εντυπώσεις ενός πολεμιστή, από τον "ξεχασμένο" πια πόλεμο της Κορέας όπου συμμετείχε και η χώρα μας με ένα Τάγμα. Είναι εικόνες από τη ζωή των Ελλήνων πολεμιστών στη πρώτη γραμμή του μετώπου.
Διάλεξα αυτό το απόσπασμα να σας παρουσιάσω, γιατί αποτελεί σπάνια αναφορά στην τεχνική και τακτική περιπόλων που ακολούθησαν οι Έλληνες μαχητές στην μακρινή Κορέα. Το βιβλίο δεν ξέρω αν κυκλοφορεί πια, γιατί δεν είναι κάποιου συγκεκριμένου εκδοτικού οίκου. Είναι όμως φανταστικό.
Ο συγγραφέας με απλή και γλαφυρή γλώσσα περιγράφει περιπολιακές δραστηριότητες και μάχες που έδωσαν οι Έλληνες μαχητές, με αποκορύφωμα τον αμυντικό αγώνα στο ύψωμα "Χάρι" ή "Χάρο" όπως το ονόμασαν οι Έλληνες, λόγω των λυσσαλέων μαχών που δόθηκαν εκεί.
Ανιχνευτής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε το σχόλιό σας, στα πλαίσια της ευγένειας και της ευπρέπειας.