«Όταν ο εχθρός προελαύνει, υποχωρώ. Όταν ο εχθρός στρατοπεδεύει, τον ενοχλώ. Όταν ο εχθρός εξαντλείται, τον σφυροκοπώ. Όταν ο εχθρός υποχωρεί, τον καταδιώκω».
Μάο Τσε Τουνγκ
|
Το ΝΑΤΟ ορίζει τον ανταρτοπόλεμο ως «στρατιωτικές και παραστρατιωτικές επιχειρήσεις που διεξάγονται σε κατεχόμενες από τον εχθρό ή και σε εχθρικές περιοχές από άτακτες, βασικά ντόπιες δυνάμεις». Η διαφορά ανάμεσα στον ανταρτοπόλεμο και την τρομοκρατία έχει καταστεί σήμερα δυσδιάκριτη.
Ως αντικειμενικός σκοπός του ανταρτοπολέμου θα μπορούσε να ορισθεί η προσπάθεια μείωσης της μαχητικής ισχύος των εχθρικών ενόπλων δυνάμεων και σωμάτων ασφαλείας ως σύνολο με τελικό στόχο την κατάληψη του επίμαχου εδάφους ενώ η τρομοκρατία συνίσταται σε μεμονωμένα χτυπήματα που σε μεγάλο βαθμό στρέφονται εναντίον μη στρατιωτικών στόχων και δε συνδυάζονται άμεσα με προσπάθεια κατοχής εδάφους.
Ο Τσε Γκεβάρα υποστηρίζει ότι πρόκειται για μια μορφή πολέμου και επομένως έχει τα βασικά χαρακτηριστικά του τελευταίου (υποταγή στον πολιτικό σκοπό, αυξημένη σημασία της τριβής και της τύχης, καίριος ρόλος του στρατιωτικού διοιηκητή κλπ.).
Το κυριότερο όμως χαρακτηριστικό είναι ότι πρόκειται για έναν πόλεμο χωρίς σταθερές. Η στρατολόγηση του έμψυχου δυναμικού απαιτεί συγκεκριμένες προυποθέσεις ενώ η δομή και η πειθαρχία είναι υποτυπώδεις. Ένα άλλο χαρακτηριστικό του ανταρτοπολέμου είναι οι περιορισμένοι πόροι των δυνάμεων που τον διεξάγουν.
Στον ανταρτοπόλεμο κατέφευγαν ανέκαθεν αυτοί που ήξεραν ότι δεν μπορούσαν να κερδίσουν έναν συμβατικό πόλεμο. Πρωταρχικός στόχος των ανταρτών είναι η επιβίωση: η μάχη δίνεται μόνο αν η επιτυχία είναι εξασφαλισμένη, αν υπάρχει κέρδος σε εφόδια και αν οι απώλειες είναι αμελητέες. Από τα διάφορα είδη εδάφους, είναι γνωστό ότι οι ορεινοί όγκοι, οι ζούγκλες και τα δάση ευνοούν τον ανταρτοπόλεμο.
Η στρατηγική του ανταρτοπολέμου συνίσταται στην αποκέντρωση δυνάμεως. Οι αντάρτικες δυνάμεις συγκεντρώνονται στα πλαίσια συγκεκριμένων επιχειρήσεων, αλλά η συγκέντρωση αυτή καλύπτει περιορισμένο χώρο και γίνεται για περιορισμένο χρόνο. Σε επιχειρησιακό επίπεδο, ο ανταρτοπόλεμος χαρακτηρίζεται από έμφαση στην ευκινησία, τον αιφνιδιασμό, την ενέδρα και τη νυχτερινή δράση, ιδίως όταν το έδαφος είναι δυσμενές για τους αντάρτες.
Υπάρχουν διάφορες θεωρητικές προσεγγίσεις σχετικά με την διεξαγωγή και την αντιμετώπιση του ανταρτοπολέμου. Ο συνταγματάρχης του τσαρικού στρατού Ντένις Νταβίντοφ θεωρούσε ότι η αυξημένη εξάρτηση των σύγχρονων στρατών από την επιμελητεία αυξάνει την αποτελεσματικότητα του ανταρτοπολέμου. Για τον Κλαούζεβιτς, ο ανταρτοπόλεμος εμφανίζεται ως κίνημα αντίστασης του πληθυσμού μιας χώρας σε εχθρική εισβολή. Σύμφωνα με τον Κλαούζεβιτς για να είναι αποτελεσματική η δράση των αντάρτικων δυνάμεων, θα πρέπει να πληρούνται πέντε προϋποθέσεις:
α) ο πόλεμος να διεξάγεται στο εσωτερικό της χώρας,
β) να μην τελειώνει με ένα μοναδικό πλήγμα,
γ) το θέατρο επιχειρήσεων να είναι σχετικά μεγάλο,
δ) ο εθνικός χαρακτήρας να ταιριάζει αυτό το είδος του πολέμου,
ε) το έδαφος να είναι δύσβατο λόγω βουνών, δασών κλπ.
Ο Λίντελ Χαρτ υποστήριξε ότι η καταφυγή στον ανταρτοπόλεμο είναι ένας ιδεώδης τρόπος για να ξεπεραστεί το πυρηνικό αδιέξοδο, δηλαδή ο ανταρτοπόλεμος αποτελεί ίσως τον καλύτερο τρόπο χρήσης βίας για την επίτευξη πολιτικών στόχων. Ο Μάο Τσε Τουνγκ είδε τον ανταρτοπόλεμο ως επαναστατικό εργαλείο που θα μπορούσε αν επιφέρει την ανατροπή της κατεστημένης τάξης. Ο Τσε Γκεβάρα επηρεάστηκε από τον Μάο αλλά σε αντίθεση με εκείνον πίστευε ότι μια επανάσταση μπορούσε να ξεκινήσει χωρίς εκτεταμένη προετοιμασία.
Η αποτυχία των κινημάτων που ακολουθούσαν την προσέγγιση του Γκεβάρα, οδήγησε στη διατύπωση της θεωρίας του αντάρτικου των πόλεων από τον Βραζιλιάνο Κάρλος Μαριγκέλα. Ουσιαστικά η θεωρία αυτή συνίσταται στην υιοθέτηση του δόγματος της «εστίας», αλλά με το κέντρο του επαναστατικού αγώνα να μεταφέρεται στις πόλεις. Επιδίωξη των ανταρτών ήταν η αύξηση της κρατικής καταστολής προκειμένου να γενικευθεί η λαϊκή αντίδραση στο καθεστώς και να εκδηλωθεί γενική εξέγερση.
Ένα από τα αποτελεσματικότερα δόγματα αντιμετώπισης του ανταρτοπολέμου προέρχεται από τους Ρωμαίους. Οι Ρωμαίοι όταν αντιμετώπιζαν έναν ανταρτοπόλεμο φρόντιζαν να διατηρούν υπό τον έλεγχό τους τις καλύτερες περιοχές της χώρας, δίνοντας στους κατοίκους των περιοχών αυτών την επιλογή μεταξύ μιας σχετικά ομαλής ζωής υπό ρωμαϊκή κυριαρχία ή βέβαιου θανάτου.
Άλλος τρόπος αντιμετώπισης, σύμφωνα με τον σοβιετικό στρατάρχη Τουχατσέφσκι ήταν η χρήση της καταστολής με τη μορφή εκτοπίσεων καθώς και των αμοιβών παράλληλα με την καθιέρωση της συλλογικής ευθύνης των κατοίκων των διαφόρων οικισμών. Η βρετανική προσέγγιση για την αντιμετώπιση του ανταρτοπολέμου χαρακτηρίζεται από μεγάλο χρονικό ορίζοντα, έμφαση στην πολιτική προσπάθεια και λιγότερο στην ήττα των ανταρτών στο πεδίο της μάχης και περιορισμένη χρήση βίας από την αστυνομία. Το γαλλικό δόγμα αναφέρεται στην αντιμετώπιση κινημάτων με επαναστατική ιδεολογία. Στα πλαίσια αυτά η αντιπαράθεση της κυβέρνησης με τους επαναστάτες αντιμετωπίζεται ως μια πάλη του Καλού με το Κακό.
Όσον αφορά την τυπολογία των ανταρτοπολέμων, μπορεί να γίνει διάκριση μεταξύ ανταρτοπολέμου που διεξάγεται ανάμεσα σε αντάρτες και συμβατικές δυνάμεις και εκείνου μεταξύ αμιγώς αντάρτικων δυνάμεων όπου γίνεται χρήση αντι-αντάρτικων δυνάμεων.
Οι μέθοδοι των ανταρτών θα παραμείνουν στο μέλλον βασικά οι ίδιες αλλά θα υπάρξουν και προσαρμογές στις τεχνολογικές εξελίξεις (βλ. Χρήση φθηνού λογισμικού από Ιρακινούς επιτρέπει παρακολούθηση των αμερικανικών UAV). Ο Παναγιώτης Κονδύλης είχε ορίσει ως αρνητική προϋπόθεση για την επιτυχία του αντάρτικου “τον πολλαπλασιασμό από την εκλέπτυνση των όπλων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναντίον ανταρτικών ομάδων από την πλευρά ενός ευέλικτου τακτικού στρατού και επίσης τη δραστική αλλαγή των δημογραφικών και περιβαλλοντικών όρων… Η δραστική αραίωση των δασών, η διάνοιξη της υπαίθρου στις συγκοινωνίες και πρό παντός η ραγδαία συγκέντρωση των πληθυσμών στις πόλεις στερούν από τον αντάρτη το περιβάλλον όπου, κατά τη φράση του Μάο Τσέ Τούνγκ, μπορούσε να κινηθεί όπως το ψάρι στο νερό”.
Στον κλασσικό ανταρτοπόλεμο , όποιος επικρατούσε στην ύπαιθρο είχε την δυνατότητα να πολιορκήσει ασφυκτικά τις πόλεις. Η αύξηση της αστικοποίησης του πληθυσμού θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη καταφυγή στην τρομοκρατία, αλλά καθώς ο ανταρτοπόλεμος είναι πολιτικά αποτελεσματικότερος, τα σημαντικότερα κινήματα αναμένεται να χρησιμοποιήσουν έναν συνδυασμό και των δύο μεθόδων.
(Αφιερωμένο στον αντιαποικιακό-εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α)
Πηγή: Strategy Report
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε το σχόλιό σας, στα πλαίσια της ευγένειας και της ευπρέπειας.